σιδηροθεραπεία

σιδηροθεραπεία
η, Ν
ιατρ. η χρήση ενώσεων σιδήρου και τών παραγώγων του για θεραπευτικούς σκοπούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σιδηρο-* + θεραπεία (< θεραπεύω)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”